Σάββατο 9 Οκτωβρίου 2010

Ἁγιολόγιον - Ὀκτώβριος 9

Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος τοῦ Ἀλφαίου, ὁ Ἀπόστολος
Ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα µαθητὲς τοῦ Κυρίου, ἀδελφός του Ματθαίου τοῦ εὐαγγελιστῆ καὶ γιὸς τοῦ Ἀλφαίου. Ὁ Ἰάκωβος, ἀφοῦ ἀγωνίστηκε γιὰ τὴν ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ στὴν Ἱερουσαλήµ, ἔπειτα πῆγε καὶ σὲ ἄλλες χῶρες γιὰ νὰ κηρύξει τὸ Εὐαγγέλιο. Ἐκεῖ, κατέστρεφε τοὺς βωµοὺς τῶν εἰδώλων καὶ µὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ γιάτρευε ἀῤῥώστιες καὶ ἐξεδίωκε τὰ ἀκάθαρτα πνεύµατα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ οἱ εἰδωλολάτρες τὸν ὀνόµαζαν θεῖο σπέρµα. Ὁ ἱδρώτας, οἱ µόχθοι καὶ οἱ κίνδυνοι ποὺ ὑπέστη γιὰ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου, ἦταν πολλοί. Ὁ θάνατος πολλὲς φορὲς τὸν πλησίασε, ἀλλὰ στὴ σκέψη τοῦ Ἰακώβου κυριαρχοῦσαν ἐνθαῤῥυντικὰ τὰ λόγια του Κυρίου, «ὅστις θέλει ὀπίσω µου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω µοι». Ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ µὲ ἀκολουθεῖ σὰν γνήσιος µαθητής µου, λέει ὁ Κύριος, ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸ διεφθαρµένο ἀπὸ τὴν ἁµαρτία ἑαυτό του, καὶ ἂς πάρει τὴν ἀπόφαση νὰ ὑποστεῖ γιὰ µένα ὄχι µόνο θλίψη καὶ δοκιµασία, ἀλλὰ ἀκόµα καὶ θάνατο σταυρικό. Καὶ τότε ἂς µὲ ἀκολουθεῖ, µιµούµενος τὸ παράδειγµά µου. Ἔτσι καὶ ὁ Ἰάκωβος, µιµούµενος τὸ Διδάσκαλό του, ὑπέστη σταυρικὸ θάνατο.

Ὁ Ὅσιος Ἀνδρόνικος καὶ Ἀθανασία ἡ συµβία του
Ἔζησαν κατὰ τὸ ἔτος 594 καὶ ἦταν σύζυγοι ἐνάρετοι, ποὺ κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας. Ἦταν εὔποροι καὶ ζοῦσαν σύµφωνα µὲ τὸ θέληµα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀνδρόνικος ἔκανε τὸ ἐπάγγελµα τοῦ ἀργυραµοιβοῦ στὴν Ἀντιόχεια καὶ ἀπόκτησε ἀπὸ τὸν γάµο αὐτὸ δυὸ παιδιά, ποὺ ὅµως πέθαναν. Αὐτὸ κατέθλιβε τοὺς δυὸ γονεῖς καὶ γιὰ νὰ βροῦν παρηγοριὰ κατέφυγαν γιὰ προσκύνηµα στοὺς Ἁγίους Τόπους. Ἀπὸ κεῖ πῆγαν στὴν Αἴγυπτο, ὅπου µὲ κοινὴ ἀπόφαση ἔγιναν µοναχοὶ καὶ µπῆκαν σὲ µοναστήρι. Ὁ µὲν Ἀνδρόνικος πῆγε στὴ Μονὴ τοῦ ἀββᾶ Δανιήλ, ἡ δὲ γυναῖκα του Ἀθανασία στὴ γυναικεία Μονὴ τῶν Ταβεννησιωτῶν. Ἐκεῖ, ἀφοῦ ἀσκητικὰ πέρασαν τὸ ὑπόλοιπον της ζωῆς τους, ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.

Ἡ Ὁσία Ποπλία ἡ Ὁµολογήτρια
Παντρεύτηκε καὶ ἀναδείχτηκε πρότυπο χριστιανῆς γυναίκας, ποὺ ξέρει µὲ τὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν ἀγάπη νὰ διατηρεῖ τὴν ἁρµονία τοῦ οἰκογενειακοῦ σπιτιοῦ. Ἡ Ὁσία Ποπλία γεννήθηκε καὶ ἔζησε στὴν Ἀντιόχεια, ἐπὶ αὐτοκρατόρων µεγάλου Κων/νου µέχρι καὶ Ἰουλιανοῦ τοῦ παραβάτη (361 µ.Χ.). Ὁ τρόπος µὲ τὸν ὁποῖο φρόντισε καὶ µπόρεσε νὰ ἀναθρέψει τὸ µοναχογιό της Ἰωάννη, µαρτυρεῖται ἀπὸ τὴν διαγωγή, µὲ τὴν ὁποία ἔλαµψε αὐτὸς καὶ ἀναδείχτηκε ἔξοχος µεταξὺ ἐξόχων. Ἦταν τόσο σεµνὸς καὶ ὑπερβολικὰ ταπεινόφρων, ὥστε ὅταν χήρεψε ἡ ἐπισκοπὴ Ἀντιοχείας τὸν πίεσαν νὰ τὴν ἀναλάβει αὐτός. Ἀλλ᾿ ὁ Ἰωάννης ἔµεινε ἄκαµπτος καὶ ἔµεινε ἁπλὸς ἱερέας. Μετὰ λοιπὸν τὴν δική του χειροτονία καὶ τὸ θάνατο τοῦ πατέρα του, ἡ µητέρα του Ποπλία παρέλαβε στὸ σπίτι της εὐσεβεῖς ὀρφανὲς παρθένες. Φρόντιζε νὰ τὶς κυβερνᾷ µὲ στοργὴ καὶ τοὺς µετέδιδε τὴν θερµὴ πίστη της, τὶς µάθαινε νὰ εἶναι ἁγνὲς καὶ ὅταν χρειαστεῖ νὰ γίνουν ἡρωίδες τοῦ σταυροῦ καὶ µάρτυρες τοῦ Εὐαγγελίου. Ὅταν κάποτε ἦλθε ὁ Ἰουλιανὸς στὴν Ἀντιόχεια νὰ ἐνθαῤῥύνει τοὺς εἰδωλολάτρες, πέρασε ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι τῆς Ποπλίας. Τότε αὐτή, µαζὶ µὲ τὶς ἄλλες παρθένες, ἔψαλλαν δυνατὰ «Τὰ εἴδωλα τῶν ἐθνῶν ἀργύριον καὶ χρυσίον..». Ἐκνευρισµένος ὁ Ἰουλιανός, ἔστειλε καὶ τῆς ἔκαναν παρατήρηση νὰ µὴ τὸ ξανακάνει. Ἀλλ᾿ ὅταν ξαναπέρασε ἀπὸ τὸ σπίτι της, αὐτὴ ἔψαλλε δυνατὰ «Ἀναστήτω ὁ Θεὸς καὶ διασκορπισθήτωσαν οἱ ἐχθροὶ αὐτοῦ». Τότε ἔδωσε διαταγὴ καὶ τὴν µαστίγωσαν σκληρά, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἦταν γριὰ δὲν τὴν σκότωσε. Ἔτσι ἡ Ποπλία συνέχισε τὸ ἀγαθοποιὸ ἔργο της, µέχρι ποὺ ἡ δίκαια ψυχή της παραδόθηκε στὸ στεφανοδότη Χριστό.

Ὁ Ὅσιος Πέτρος «ὁ ἀπὸ στρατιωτῶν»
Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Θεοφίλου τοῦ εἰκονοµάχου (829) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν ἐπαρχία τῶν Γαλατῶν τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ἦταν γιὸς τοῦ Θεοφίλου καὶ τῆς Εὐδοκίας καὶ τὸ πρῶτο του ὄνοµα ἦταν Λέων. Ἐπειδὴ ἦταν ὡραῖος καὶ δυνατὸς στὸ σῶµα ἀλλὰ καὶ στὴ φρόνηση, ὁ βασιλιὰς τὸν ἔκανε κόµη. Ἀφοῦ γιὰ πολλὰ χρόνια πολέµησε καὶ ἔκανε πολλὰ ἀνδραγαθήµατα, κατόπιν τὰ καταφρόνησε ὅλα καὶ ἔγινε µοναχὸς στὸ µοναστήρι τοῦ Δαφνῶνα, µὲ τὸ ὄνοµα Πέτρος. Ἔπειτα πῆγε στὸν Ὄλυµπο καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὰ Ἱεροσόλυµα. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ δὲν ἔµεινε µόνιµα, ἀφοῦ ἔφυγε στὴ Λαοδικεία καὶ τὴν Ἀττάλεια. Ἀφοῦ µὲ ἀνδρεία ὑπέφερε τοὺς κόπους τῆς ὁδοιπορίας καὶ τῆς ἄσκησης, καὶ τὸν ἄγριο θυµὸ τῶν Ἰσµαηλιτῶν, ποὺ συναντοῦσε στὸ δρόµο, τελευταῖα ἐπανῆλθε στὸν Ὄλυµπο. Ἐπειδὴ δὲ τὸ ὕψος τῆς ἀρετῆς του ἔγινε φανερὸ στοὺς βασιλεῖς, γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ βασιλιὰς Βασίλειος ὁ Μακεδών, τὸ ἔτος 867, τὸν ἔπεισε νὰ κατοικήσει στὸ µοναστήρι τοῦ Ἁγίου Φωκᾶ. Ἐκεῖ λοιπόν, µετὰ ἀπὸ πολλοὺς πνευµατικοὺς ἀγῶνες, παρέδωσε εἰρηνικὰ τὴν ψυχή του στὸν Κύριο.

Μνήµη τῶν δικαίων Ἀβραάµ καὶ Λὼτ τοῦ ἀνεψιοῦ του
Ὁ Ἀβραὰµ εἶναι ὁ γνωστὸς πατριάρχης τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, ὁ γιὸς τοῦ Θάρα. Γεννήθηκε στὴν Οὒρ τῆς Χαλδείας ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Σήµ. Ὁ δὲ Λὼτ ἦταν γιὸς τοῦ Ἄῤῥαν καὶ ἀνεψιὸς τοῦ Ἀβραὰµ πολὺ ἀγαπηµένος. Πῆγε µὲ τὸν θεῖο του στὴ Χαρὰν καὶ ζοῦσε µαζί του. Ἀλλὰ λόγω τῶν συχνῶν διενέξεων τῶν ὑπηρετῶν, ἀποχωρίστηκε τοῦ θείου του καὶ κατοίκησε στὴν πεδιάδα τῶν Σοδόµων, ὅπου ἔµεινε µέχρι τὴν καταστροφή της.

Ὁ Ὅσιος Δωρόθεος
Πρόκειται γιὰ τὸν ἐπίσκοπο Τύρου. Βλέπε κυρίως µνήµη του τὴν 5η Ἰουνίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου