Σάββατο 1 Ιανουαρίου 2011

Ἁγιολόγιον - Ἰανουάριος - 01

Ἡ Περιτοµὴ τοῦ Χριστοῦ

Ὁ Μωσαϊκὸς νόµος διέταζε τὴν περιτοµὴ τῶν ἀρσενικῶν παιδιῶν (Ἐξοδ. ΙΒ΄ 43-49), (Γεν. ΙΖ΄ 9-19), ἡ ὁποία γινόταν κατὰ τὴν ὀγδόη ἡµέρα ἀπὸ αὐτὴ τῆς γεννήσεως τοῦ παιδιοῦ (Λευϊτ. ΙΓ΄ 3). Ἡ τελετὴ αὐτὴ ἐλάµβανε χώρα µέσα σὲ κτίριο τῆς Συναγωγῆς, τὸ πρωί, παρουσία δέκα τουλάχιστον προσώπων.Ἔτσι καὶ ἡ περιτοµὴ τοῦ βρέφους Ἰησοῦ ἔγινε στὴ Συναγωγὴ τῆς Βηθλεέµ. Ἡ χειροποίητος αὐτὴ περιτοµὴ στὸ σῶµα ἦταν τύπος, ποὺ συµβόλιζε τὴν περιτοµὴ τῆς καρδιᾶς, ἐνεργούµενης ἀπ᾿ εὐθείας ὑπὸ τοῦ Θεοῦ (Δευτ. Γ 16, Λ΄6). Γιὰ τὴν δεύτερη αὐτὴ περιτοµή, τὴν ἀχειροποίητο, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος διδάσκει: «Περιετµήθητε περιτοµῇ ἀχειροποιήτῳ ἐν τῇ ἀπεκδυθεῖ τοῦ σώµατος τῶν ἁµαρτιῶν τῆς σαρκός, ἐν τῇ περιτοµῇ τοῦ Χριστοῦ, συνταφέντες αὐτῷ ἐν τῷ βαπτίσµατι» (Κολ. Β΄ 11-12). Δηλαδή, λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, περιτµηθήκατε καὶ µὲ περιτοµὴ πνευµατική, ποὺ ἐνεργεῖται ἀπ᾿ τὸ Ἅγιο Πνεῦµα. Καὶ συνίσταται στὸ γδύσιµο καὶ τὴν ἀποβολὴ τοῦ σώµατος, ποὺ δούλεψε στὶς ἁµαρτίες τῆς σάρκας. Τὸ γδύσιµο δὲ αὐτὸ εἶναι ἡ περιτοµή, ποὺ πήρατε ἀπὸ τὸν Χριστό, ὅταν θαφτήκατε µαζί Του, διὰ τοῦ Ἅγιου Βαπτίσµατος. Τὸ Βρέφος ὅµως τῆς φάτνης, ἀφοῦ γεννήθηκε µὲ τὸν Παλαιὸ Νόµο, ἔπρεπε νὰ ὑποβληθεῖ καὶ Αὐτὸ στὸν τύπο, ὁ ὁποῖος εἶχε δικαίωµα νὰ ἰσχύει µέχρι τῆς καταργήσεώς του.

Ὁ Μέγας Βασίλειος
«... τὰ τῶν ἀνθρώπων ἤθη κατεκόσµησας». - Μὲ τὴν φράση αὐτή, τὸ ἀπολυτίκιο, ἀπόλυτα ἐπιτυχηµένα, τονίζει τὴν κοινωνικὴ προσφορὰ τοῦ Ἅγιου Βασιλείου, ποὺ µὲ τὴν θεία διδασκαλία του στόλισε µὲ ἀρετὲς τὰ ἤθη καὶ τὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Μέγας αὐτὸς πατέρας καὶ διδάσκαλος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας γεννήθηκε τὸ 329, κατ΄ ἄλλους τὸ 330 µ.Χ., στὴ Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου, σύµφωνα µὲ τὰ γραφόµενα τοῦ φίλου του, Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου. Τὰ δὲ ἐγκυκλοπαιδικὰ λεξικὰ ἀναφέρουν σὰν πατρίδα τοῦ Μ. Βασιλείου τὴν Καισαρεία τῆς Καππαδοκίας. Οἱ γονεῖς του Βασίλειος (καὶ αὐτός), ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου καὶ Ἐµµέλεια, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Καππαδοκία, ἂν καὶ κατὰ κόσµον εὐγενεῖς καὶ πλούσιοι, εἶχαν συγχρόνως καὶ ἀκµαιότατο χριστιανικὸ φρόνηµα. Αὐτοὶ µάλιστα ἔθεσαν καὶ τὶς πρῶτες -καθοριστικῆς σηµασίας- πνευµατικὲς βάσεις τοῦ Ἁγίου. Μὲ ἐφόδιο αὐτὴ τὴν χριστιανικὴ ἀνατροφή, ὁ Βασίλειος ἀρχίζει µία καταπληκτικὴ ἀνοδικὴ πνευµατικὴ πορεία. Ἔχοντας τὰ χαρίσµατα τῆς εὐστροφίας καὶ τῆς µνήµης, κατακτᾷ σχεδὸν ὅλες τὶς ἐπιστῆµες τῆς ἐποχῆς του. Καὶ τὸ σπουδαιότερο, κατακτᾷ τὴν θεία θεωρία τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ τὴν κάνει ἀµέσως πράξη µὲ τὴν αὐστηρὴ ἀσκητικὴ ζωή του. Ἂς ἀναφέρουµε ὅµως, περιληπτικά, τὴν πορεία τῶν δραστηριοτήτων του. Μετὰ τὶς πρῶτες του σπουδὲς στὴν Καισαρεία καὶ κατόπιν στὸ Βυζάντιο, ἐπισκέφθηκε, νεαρὸς ἀκόµα, τὴν Ἀθήνα, ὅπου ἐπὶ τέσσερα χρόνια συµπλήρωσε τὶς σπουδές του, σπουδάζοντας φιλοσοφία, ρητορική, γραµµατική, ἀστρονοµία καὶ ἰατρική, ἔχοντας συµφοιτητές του τὸν Γρηγόριο τὸν Ναζιανζηνὸ (τὸν θεολόγο) καὶ τὸν Ἰουλιανὸ τὸν Παραβάτη. Ἀπὸ τὴν Ἀθήνα ἐπέστρεψε στὴν Καισαρεία καὶ δίδασκε τὴν ρητορικὴ τέχνη. Ἀποφάσισε ὅµως, νὰ ἀκολουθήσει τὴν µοναχικὴ ζωὴ καὶ γι᾿ αὐτὸ πῆγε στὰ κέντρα τοῦ ἀσκητισµοῦ, γιὰ νὰ διδαχθεῖ τὰ τῆς µοναχικῆς πολιτείας στὴν Αἴγυπτο, Παλαιστίνη, Συρία καὶ Μεσοποταµία. Ὅταν ἐπέστρεψε, ἀποσύρθηκε σὲ µία Μονὴ τοῦ Πόντου, ἀφοῦ ἔγινε µοναχός, καὶ ἀσκήθηκε ἐκεῖ µὲ κάθε αὐστηρότητα γιὰ πέντε χρόνια (357-362). Ἤδη τέλεια καταρτισµένος στὴν Ὀρθόδοξη Πίστη, χειροτονήθηκε διάκονος καὶ πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Καισαρείας Εὐσέβιο. Ὁ ὑποδειγµατικὸς τρόπος τῆς πνευµατικῆς ἐργασίας του δὲν ἀργεῖ νὰ τὸν ἀνεβάσει στὸ θρόνο τῆς ἀρχιερωσύνης, διαδεχόµενος τὸν Εὐσέβιο στὴν ἐπισκοπὴ τῆς Καισαρείας (370). Μὲ σταθερότητα καὶ γενναῖο φρόνηµα, ὡς ἀρχιερέας ἔκανε πολλοὺς ἀγῶνες γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Πίστη. Μὲ τοὺς ὀρθόδοξους λόγους ποὺ συνέγραψε, κατακεραύνωσε τὰ φρονήµατα τῶν κακοδόξων. Στοὺς ἀγῶνες του κατὰ τοῦ Ἀρειανισµοῦ ἀναδείχτηκε ἀδαµάντινος, οὔτε κολακεῖες βασιλικὲς τοῦ Οὐάλεντα (364-378), ποὺ πῆγε αὐτοπροσώπως στὴν Καισαρεία γιὰ νὰ τὸν µετατρέψει στὸν Ἀρειανισµό, οὔτε οἱ ἀπειλὲς τοῦ Μόδεστου µπόρεσαν νὰ κάµψουν τὸ ὀρθόδοξο φρόνηµα τοῦ Ἁγίου. Ὑπεράσπισε µὲ θάῤῥος τὴν Ὀρθοδοξία, καταπλήσσοντας τὸν βασιλιὰ καὶ τοὺς Ἀρειανούς. Ἀκόµα, ἀγωνίστηκε κατὰ τῆς ἠθικῆς σήψεως καὶ ἐπέφερε σοφὲς µεταῤῥυθµίσεις στὸ µοναχισµό. Ἡ δὲ ὑπόλοιπη ποιµαντορικὴ δράση του, ὑπῆρξε ἀπαράµιλλη, κτίζοντας τὴν περίφηµη «Βασιλειάδα», συγκρότηµα µὲ εὐαγῆ Ἱδρύµατα, ὅπως πτωχοκοµεῖο κ.ἄ., ὅπου βρῆκαν τροφὴ καὶ περίθαλψη χιλιάδες πάσχοντες κάθε ἡλικίας, γένους καὶ φυλῆς. Νὰ ἀναφέρουµε ἐπίσης ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος, ἐκτὸς τῶν ἄλλων ἔργων του, ἔγραψε καὶ Θεία Λειτουργία, πού, µετὰ τὴν ἐπικράτηση αὐτῆς τῆς συντοµότερης τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόµου, τελεῖται 10 φορὲς τὸ χρόνο: τὴν 1η Ἰανουαρίου (ὅπου γιορτάζεται καὶ ἡ µνήµη του), τὶς πρῶτες πέντε Κυριακὲς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, τὶς παραµονὲς τῶν Χριστουγέννων καὶ τῶν Θεοφανείων, τὴν Μ. Πέµπτη καὶ τὸ Μ. Σάββατο. Στὰ πενήντα του χρόνια ὁ Μέγας Βασίλειος, ἐξαιτίας τῆς ἀσθενικῆς κράσεώς του καὶ τῆς αὐστηρῆς ἀσκητικῆς ζωῆς του (ὁρισµένες πηγὲς λένε ἀπὸ βαριὰ ἀῤῥώστια τοῦ ἥπατος ἢ τῶν νεφρῶν), τὴν 1η Ἰανουαρίου τοῦ 378 ἢ κατ΄ ἄλλους τὸ 379 µὲ 380, ἐγκαταλείπει τὸ φθαρτὸ καὶ µάταιο αὐτὸ κόσµο, ἀφήνοντας παρακαταθήκη καὶ Ἱερὴ κληρονοµιὰ στὴν ἀνθρωπότητα ἕνα τεράστιο πνευµατικὸ ἔργο.

Ὁ Ἅγιος Θεόδοτος
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ πατέρας τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου θεολόγου
Ἡ Ναζιανζὸς τῆς Καππαδοκίας λεγόταν παλιότερα Διοκαισάρεια, καὶ ὁ ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ Γρηγόριος, πατέρας Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, ἦταν ἀπὸ ἕνα τῶν κοντινῶν χωριῶν, τὴν Ἀριανζό. Πρὶν µπεῖ στὸν κλῆρο, ἦταν ἀνώτερος δηµόσιος ὑπάλληλος, καὶ σὲ θέση, ποὺ µποροῦσε νὰ χρηµατίζεται, ὄπως κατὰ κανόνα ἔκαναν καὶ οἱ συνάδελφοί του. Ἡ τιµιότητά του ὅµως δὲν τὸν ἄφησε νὰ κάνει ἄνοµο κέρδος οὔτε µία δραχµή. Στὴν ἀρχὴ ὁ Γρηγόριος ἀνῆκε σὲ µία θρησκευτικὴ αἵρεση, ποὺ οἱ ὀπαδοὶ της ὀνοµάζονταν Ὑψιστάριοι. Στὴν ὀρθόδοξη χριστιανικὴ πίστη τὸν ὁδήγησε ἡ εὐσεβέστατη καὶ µορφωµένη σύζυγός του, Νόννα. Τότε ὁ Γρηγόριος ἦταν πολὺ νέος. Βαπτίστηκε τὸ 325, ἀναδείχτηκε ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ τὸ 328 καὶ ἐπισκόπευσε γιὰ 45 χρόνια. Κατὰ τὴν ἐπισκοπική του σταδιοδροµία, ἔζησε µὲ τρόπο ἄξιο γιὰ νὰ τὸν ἁγιοποιήσει. Καὶ τὸ ἄξιζε καὶ µόνο µὲ τὸ γεγονὸς ὅτι ἀπ᾿ αὐτὸν καὶ τὴν σύζυγό του Νόννα, ἁγία κι αὐτή, προῆλθαν δυὸ γιοί, ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ ὁ Καισάριος ὁ ἰατρός, ἀνακηρυγµένοι ἅγιοι, καὶ µία κόρη, ἡ Γοργονία, ἁγία καὶ αὐτή. Ὁ Γρηγόριος παρέδωσε εἰρηνικὰ καὶ µὲ ἁγιότητα τὴν ψυχή του στὸν Θεό.

Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος ἡγούµενος Τριγλίας
Δὲν γνωρίζουµε πολλὰ πράγµατα γιὰ τὴν ζωή του. Ξέρουµε µόνο ὅτι ἦταν ἡγούµενος µίας ἀπὸ τὶς τέσσερις γνωστὲς Μονὲς στὴν Τριγλία. Δηλαδὴ τοῦ Μιδηκίου, Βαθέος Ρύακος, τοῦ Ἁγίου Στεφάνου καὶ τοῦ ἁγίου Ἰωάννου. Ποιᾶς ἀπ΄ αὐτὲς ὅµως καὶ πότε ἔζησε µᾶς εἶναι ἄγνωστο. Τὴ µνήµη του ἀναφέρει µόνο ὁ ἅγιος Νικόδηµος στὸν Συναξαριστή του.

Ὁ Ἅγιος Πέτρος ὁ Πελοποννήσιος
Ὁ ἅγιος αὐτὸς Νεοµάρτυρας, καταγόταν ἀπὸ τὴν Τρίπολη τῆς Πελοποννήσου. Ἄγνωστο γιὰ ποιοὺς λόγους συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους στὸ Ὀντεµίσιο (Τέµισι) τῆς Μικρᾶς Ἀσίας τὸ 1776 καὶ πιεζόµενος νὰ ἀσπαστεῖ τὸ κοράνιο στάθηκε ἀκλόνητος στὴν πίστη τῶν πατέρων του. Γι΄ αὐτὸ τὸν λόγο λοιπὸν τὸν κρέµασαν καὶ ἔτσι ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου